#Γεωργία #Ευρώπη #Εργατικό Δυναμικό #Δημογραφικά #Διανομή Γης #Βιομηχανοποίηση #Αειφορία
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ο αγροτικός τομέας αποτελεί σημαντικό εργοδότη, με εκτιμώμενα 8.6 εκατομμύρια άτομα, που αποτελούν το 4.2% του συνολικού εργατικού δυναμικού. Η Ρουμανία και η Πολωνία αναδεικνύονται ως βασικοί παίκτες, με τον μεγαλύτερο αριθμό εργατικού δυναμικού στη γεωργία. Ωστόσο, αυτό το στατιστικό στοιχείο ξύνει μόνο την επιφάνεια, καθώς η συγκομιδή παραμένει μια εποχιακή δραστηριότητα, με πολλούς να ασχολούνται με προσωρινές συμβάσεις, ζωγραφίζοντας ένα διαφοροποιημένο τοπίο απασχόλησης. Λαμβάνοντας υπόψη τέτοιες αποχρώσεις, η Eurostat προτείνει ένα εργατικό δυναμικό περίπου 17 εκατομμυρίων ατόμων στον κλάδο.
Παραδοσιακά ανδροκρατούμενος, με σημαντική μερίδα διευθυντών αγροκτημάτων ηλικίας άνω των 55 ετών, ο αγροτικός τομέας της Ευρώπης αντιμετωπίζει δημογραφικές προκλήσεις. Εξακολουθούν να υπάρχουν αξιοσημείωτες ανισορροπίες μεταξύ των φύλων, ιδίως στην Ολλανδία, όπου οι γυναίκες αντιπροσωπεύουν μόλις το 5.6% των αγροτών. Αντίθετα, η Λετονία και η Λιθουανία σημειώνουν πρόοδο προς μια πιο ισορροπημένη αναλογία φύλων. Σε 157 εκατομμύρια εκτάρια καλλιεργούμενης γης, χωρισμένη σε 9.1 εκατομμύρια αγροκτήματα, εμφανίζεται μια έντονη ανισότητα στην κατανομή της γης. Περίπου το 52% της γεωργικής γης εμπίπτει στον έλεγχο μόνο του 4% των αγροκτημάτων, που υπερβαίνει τα 100 εκτάρια. Αντίθετα, οι μικρές εκμεταλλεύσεις, που καλύπτουν λιγότερο από 5 εκτάρια, χρησιμοποιούν μόλις το 6% της διαθέσιμης γης, παρόλο που αντιπροσωπεύουν το 40% όλων των εκμεταλλεύσεων.
Αυτή η δυσανάλογη συγκέντρωση γης αντικατοπτρίζει τη βιομηχανοποίηση της γεωργίας, όπου επιλεγμένες εταιρείες αξιοποιούν προηγμένες τεχνολογίες, μηχανήματα και μεθόδους για να παράγουν τεράστιες ποσότητες καλλιεργειών για τις παγκόσμιες αγορές.
Το αγροτικό τοπίο της Ευρώπης αντανακλά μια πολύπλοκη αλληλεπίδραση παράδοσης, εκβιομηχάνισης και δημογραφικών αλλαγών. Ενώ κυριαρχεί η γεωργία μεγάλης κλίμακας, οι μικροϊδιοκτήτες αγωνίζονται για βιωσιμότητα. Η αντιμετώπιση των ανισοτήτων μεταξύ των φύλων και η προώθηση βιώσιμων πρακτικών είναι ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση της ανθεκτικότητας και της ένταξης του κλάδου απέναντι στις εξελισσόμενες προκλήσεις.