Η βιομηχανία επεξεργασίας λαχανικών του Βιετνάμ υπόσχεται σημαντικά, ωστόσο αντιμετωπίζει κρίσιμα εμπόδια που εμποδίζουν το πλήρες δυναμικό της. Σύμφωνα με το Υπουργείο Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης, το εντυπωσιακό 76% των εξαγόμενων λαχανικών είναι κυρίως σε νωπές ή ελάχιστα επεξεργασμένες μορφές. Αυτό έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις εξελισσόμενες παγκόσμιες διατροφικές προτιμήσεις, ιδιαίτερα στην Ευρώπη, όπου τα επεξεργασμένα λαχανικά ευνοούνται όλο και περισσότερο. Κατά συνέπεια, ο όγκος των εξαγωγών λαχανικών του Βιετνάμ παραμένει σχετικά χαμηλός.
Επί του παρόντος, η χώρα διαθέτει 157 σύγχρονες μονάδες επεξεργασίας λαχανικών με σχεδιασμένη δυναμικότητα 1.1 εκατομμυρίων τόνων ετησίως. Ωστόσο, πολλές από αυτές τις εγκαταστάσεις λειτουργούν με δυναμικότητα μόνο 50-60% λόγω διαφόρων παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων των ασταθών πηγών πρώτων υλών. Συγκεκριμένα, η αποκεντρωμένη και κατακερματισμένη φύση της παραγωγής λαχανικών οδηγεί σε ασυνέπειες στην ποιότητα και την προσφορά. Επιπλέον, η έλλειψη προηγμένων μηχανημάτων, τεχνολογίας και υποδομής επιδεινώνει περαιτέρω τις προκλήσεις του κλάδου.
Επιπλέον, οι περισσότερες επιχειρήσεις μεταποίησης στο Βιετνάμ είναι μικρής κλίμακας, με πάνω από το 80% να έχουν κεφάλαιο μικρότερο από 2 δισεκατομμύρια VND. Κατά συνέπεια, η πρόσβαση σε επενδυτικά κεφάλαια είναι περιορισμένη, εμποδίζοντας την υιοθέτηση σύγχρονων τεχνολογιών και πρακτικών επεξεργασίας. Επιπλέον, οι ανεπαρκείς υποδομές και οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης μετά τη συγκομιδή συμβάλλουν σε σημαντικές απώλειες μετά τη συγκομιδή, που ξεπερνούν το 20%.
Παρά αυτές τις προκλήσεις, ο μετασχηματισμός της βιομηχανίας επεξεργασίας λαχανικών του Βιετνάμ υπόσχεται τεράστια. Η επεξεργασία όχι μόνο βοηθά στον έλεγχο του κόστους, αλλά επίσης πολλαπλασιάζει την αξία των γεωργικών προϊόντων κατά 3 έως 4 φορές σε σύγκριση με τα φρέσκα προϊόντα. Επιπλέον, η επεξεργασία επεκτείνει τη διάρκεια ζωής των λαχανικών, αντιμετωπίζοντας προβλήματα πλεονάσματος εφοδιασμού και μειώνοντας τις απώλειες μετά τη συγκομιδή.
Για να ξεκλειδωθεί αυτό το δυναμικό, απαιτούνται σημαντικές επενδύσεις. Ωστόσο, η εξασφάλιση χρηματοδότησης παραμένει μια σημαντική πρόκληση, ιδιαίτερα για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Επιπλέον, η έλλειψη έμφασης στη διαχείριση μετά τη συγκομιδή από τους αγρότες επιδεινώνει τις απώλειες, περιορίζοντας την ανάπτυξη του κλάδου.
Κοιτάζοντας το μέλλον, η διαφοροποίηση σε επεξεργασμένα φυτικά προϊόντα αποτελεί μια συναρπαστική ευκαιρία για το Βιετνάμ να επεκτείνει την παρουσία του στις διεθνείς αγορές. Αντιμετωπίζοντας αυτά τα κρίσιμα ζητήματα, το Βιετνάμ μπορεί να αναδειχθεί ως κορυφαίος εξαγωγέας μεταποιημένων φυτικών προϊόντων, οδηγώντας την οικονομική ανάπτυξη και τη βιωσιμότητα στον αγροτικό τομέα.
Ο τομέας επεξεργασίας λαχανικών στο Βιετνάμ βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι, με τεράστιες δυνατότητες που περιμένουν να ξεκλειδωθούν. Αντιμετωπίζοντας βασικές προκλήσεις όπως οι επενδυτικοί περιορισμοί, οι απώλειες μετά τη συγκομιδή και η τεχνολογική υιοθέτηση, το Βιετνάμ μπορεί να τοποθετηθεί ως παγκόσμιος παίκτης στην αγορά μεταποιημένων λαχανικών. Με συντονισμένες προσπάθειες από τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, τους ενδιαφερόμενους της βιομηχανίας και τους αγρότες, το Βιετνάμ μπορεί να χαράξει μια πορεία προς τη βιώσιμη ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα στη βιομηχανία επεξεργασίας λαχανικών.